Thursday, August 21, 2008

"Όταν συλλογίζομαι, με τη θροφή τόσα χρόνια με τάιζαν τα βιβλία κι οι δάσκαλοι, για να χορτάσουν μια λιμασμένη ψυχή, και τι λιονταρίσιο μυαλό με τάισε ο Ζορμπάς μέσα σε λίγους μήνες, δύσκολα μπορώ να βαστάξω την πίκρα μου και την αγανάχτηση."
                                                             Αναφορά στον Γκρέκο, 1961, σ.536

Tuesday, July 15, 2008

Η φλόγα της νιότης


Η νύχτα είχε απλωθεί εδώ και ώρα τριγύρω και στο δρόμο δεν υπήρχε ψυχή. Περπατούσα σκεπτικός, πιέζοντας το παλτό μου για να μην μπαίνει το κρύο, μέχρι που δυο ψιχάλες με χτυπήσαν στο κούτελο. Σκατά, σκέφτηκα. Αυτή η συνεχής ψιλή βροχή είχε αρχίσει να μου δίνει στα νεύρα τον τελευταίο καιρό. Ξεδίπλωσα το γιακά μου και επιτάχυνα το βήμα μου ελαφρά. Τραβούσε ήδη πολύ αυτή η βραδυνή περιπλάνηση κι ήθελα να τελειώνω το δυνατόν γρηγορότερα. Στρίβοντας παρακάτω, έπεσα πάνω σε ένα κατάστημα με τσιγάρα. Επιτέλους. Προχώρησα προς το φως και άνοιξα ψύχραιμα την πόρτα, ενώ ο υπάλληλος σήκωσε το μισοκοιμησμένο βλέμα του καθώς με είδε να μπαίνω.

- "Καλησπέρα, παρακαλώ;"
- "Έναν αναπτήρα θα ήθελα."
- "Ορίστε. Ποιά μάρκα τσιγάρων μαζί;"
- "Ευχαριστώ.., δεν καπνίζω."

Για μια στιγμή φάνηκε να ενοχλήθηκε, σαν να νόμισε ότι τον κοροϊδεύω, και μάλλον αποφάσισε να τελειώνει μαζί μου.

- "Ογδόντα σέντς, παρακαλώ."

Έβγαλα από την τσέπη μου ένα εκατοδόλλαρο, τα μοναδικά χρήματα που είχα. Καθώς το άφηνα πάνω στον πάγκο το βλέμμα μου έπεσε τυχαία στο πρόσωπο που ήταν τυπωμένο στο χαρτί. Ο Benjamin Franklin. Ένα μικρό χαμόγελο εμφανίστηκε ασυναίσθητα στην άκρη των χειλιών μου, μα ο υπάλληλος δυσανασχέτισε περισσότερο όταν το είδε.

- "Δυστυχώς δεν έχω ρέστα, δεν έχετε ψιλά;"
- "Δεν πειράζει, κρατείστε το", είπα κι έβαλα τον αναπτήρα στη μέσα τσέπη του παλτού. "Καλό βράδυ".

Βγήκα έξω και στάθηκα για λίγο να κοιτάζω τον ουρανό. Η βροχή είχε γίνει κανονική μπόρα, μα τώρα πια δεν είχε σημασία. Περπάτησα μέχρι παρακάτω, ωσότου βρήκα ένα στενό που να κόβει ο αέρας. Έβγαλα από την τσέπη μου τον αναπτήρα, ξεκούμπωσα λίγο το παλτό και το κράτησα έτσι ώστε να κάνει φωλιά. Τον ακούμπησα απαλά στο πουλόβερ μου, κάπου κοντά στο σημείο της καρδιάς. Δεν φοβήθηκα ούτε για μια στιγμή. Με μια γρήγορη κίνηση, γύρισα την τσακμακόπετρα και τον άναψα.

Σε λίγο μια αστραπή φώτισε το πηχτό σκοτάδι. Το τελευταίο πράγμα που άκουσα ήταν η παρατεταμένη βροντή που συνόδευε την κραυγή μου. Έμοιαζε ατελείωτη. Ο κόσμος σείστηκε μέσα στη βροχή και το κακό αντιλαλούσε στον ορίζοντα ξανά και ξανά.. ώσπου όλα σταμάτησαν κι απόμεινε ο ήχος της βροχής να χτυπάει στην άσφαλτο.

Monday, June 9, 2008

Υγεία


Άντε, στην υγειά μας! Πάντα γεια. Γειά χαρά. Την υγειά μας να 'χουμε. Υγεία πάνω από όλα. Γεια σου. Να δεις την υγειά σου! Υγεία να υπάρχει και όλα θα γίνουν. Γεια μας ρε μάγκες. Και τόσα άλλα, που τα λέμε και τα ακούμε δυό και τρεις φορές κάθε μέρα, ή καμιά φορά και δέκα, είκοσι, ακόμα και πενήντα. Είναι οι εκφράσεις που ξεστομίζουμε με τη μεγαλύτερη ευκολία, γι' αυτό και δεν τους προσδίδουμε κανένα πραγματικό νόημα ή ουσία. Αυτό που μας νοιάζει είναι να προχωρήσει η δουλειά, μια ξανθιά που κοιτάει στο βάθος, που θα βρούμε τσιγάρα, τι θα πει η ΤιΒι.

Μέχρι να πάθουμε κάτι. Όχι απαραίτητα σοβαρό. Ένα σπασμένο πόδι, ένας μέτριος πυρετός, ένα δόντι που χτυπάει στο νεύρο ή μια ανεμοβλογιά. Και ξαφνικά -ω, τι υποκρισία- αλλάζουν όλα. Στοιβάζονται τα πάντα στην άκρη του μυαλού για να στρογγυλοκάτσει στη μέση ο πόνος, η αδιαθεσία και το πύον. Κι αυτό που σε ενοχλεί περισσότερο είναι ότι το ξέρεις: δε θα φύγουν μέχρι να γίνεις καλά.

Ασκληπιός, o Θεός της Ιατρικής.
Μαρμάρινο άγαλμα Αγνώστου από τον 2ο αι. μ.Χ, Μουσείο Λούβρου

Ούτε κι εγώ βέβαια ξεφεύγω από αυτήν την ασυνέπεια. Αυτά τα γράφω τώρα, βλέπετε, που έπεσα με το ποδήλατο και έχω το χέρι μου στο γύψο. Δεν με πειράζει τόσο που δε μπορώ να πληκτρολογήσω καλά, να οδηγήσω ή να παίξω κιθάρα. Όσο το ότι ξυπνάω και δεν μπορώ να πλύνω το πρόσωπό μου, ότι δεν μπορώ να κάνω ντουζ και βρομάω, ότι δεν μπορώ να πιάσω τα μαλλιά μου για μη μου πέφτουν στη μάπα. Ούτε καν ένα πορτοκάλι δε μπορώ να φάω, ή να αλείψω μια φέτα ψωμί.

Ω, μα ναι, είναι τόσο απαραίτητη η υγεία. Ίσως να μην είναι ικανή, σίγουρα όμως είναι αναγκαία συνθήκη για την επίτευξη ακόμα και των ταπεινότερων στόχων.

Wednesday, May 7, 2008

Ο θάνατος του παλικαριού


Το περιστατικο με το θανατο του οδηγου λεωφορειου στη Θεσσαλονικη αντιμετωπιστηκε με τον γνωστο συμβατικο τροπο απο τα Ελληνικα ΜΜΕ. Αηδια ειναι το μονο συναισθημα που προκαλεστηκε σε οσους νοημονες ειχαν την ατυχια να παρακολουθησουν καποιο απο τα ρεπορταζ του ειδους.


Φυσικα, ελαχιστοι ειναι αυτοι που συνειδητοποιουν οτι προχθες δε χαθηκε η ζωη μοναχα ενος συμπολιτη μας, αλλά τεσσαρων. Γιατι η φρικη και οι τυψεις δε θα ξορκιστουν ποτε ουτε απο το μυαλο του νεαρου εκτελεστη, ουτε και απο τους δυο αστυνομικους, που εχουν ηδη καταδικαστει σε ισοβια κοινωνικη απορριψη.

Το προβλημα ομως δεν ειναι μονο αυτο. Το προβλημα ειναι εξισου, ή μαλλον κυριως, το οτι η ειδηση θα περασει απο την επικαιροτητα στο αρχειο χωρις κανενας να ασχοληθει με τον δυσεξηγητο αναχρονισμο που κρυβεται πισω απο καθε εγκληματικη ενεργεια τοξικομανων: την παραλογη απαγορευση των εξαρτησιογονων ουσιων και τον κοινωνικο στιγματισμο των χρηστων.

Αντι να εχουμε συλλαβει 19 φορες τον νεαρο τοξικομανη, συνθλιβοντας την ευθραυστη ψυχολογια του και πετωντας τον πιο εξω κι απ' το εξωτερο κοινωνικο περιθώριο, θα μπορουσαμε να του προσφερουμε ενα συγχρονο κεντρο απεξαρτησης και μια ουσιαστικη δευτερη ευκαιρια στη ζωη.

Την ευθυνη λοιπον για το εγκλημα δεν την εχουν ουτε οι αστυνομικοι, οπως διαλαλουν καποιοι, ουτε ο 30χρονος τοξικομανης, οπως υποστηριζουν καποιοι αλλοι. Την ευθυνη την εχεις εσυ φιλε μου. Εσυ, εγω και τα υπολοιπα 11 εκατομμυρια αυτης της σαπιας, συντηριτικης χωρας.

Πινακας : Totentanz, Der Fuhrmann (Χορευοντας με το Χαρο, ο Οδηγος) του Hans Baldung der Jüngere (ξυλογραφια)